φαταούλας

φαταούλας
ο, Ν
(με σκωπτική σημ.)
1. παμφάγος
2. αδηφάγος, άπληστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. φά(γε) τα ούλα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φαταούλας — ο παμφάγος, αδηφάγος, άπληστος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Lemos Theater — The Lemos Theatrical Company was a theatrical company formed in 1944. It is named after the actor Adamantios Lemos.The founding of Thiasos LemosOn June 14, 1944, Adamantios Lemos and Mary Giatra Lemou founded the Lemos Theatrical Company. Lemos… …   Wikipedia

  • χαφταλευράς — και χαφταλεύρας, ο, Ν αδηφάγος, φαταούλας. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάφτω + αλεύρι + κατάλ. άς (πρβλ. φαγ άς)] …   Dictionary of Greek

  • φαγάνα — η 1. βυθοκόρος (βλ. λ.). 2. εκσκαφέας (βλ. λ.). 3. μτφ., πρόσωπο ή μηχάνημα που καταναλώνει υπερβολική ποσότητα οποιουδήποτε πράγματος (φαγητού, καυσίμων, χρημάτων κτλ.), φαγάδικος: Είναι φαγάνα στη βενζίνη, γιατί είναι παλιό αυτοκίνητο. 4.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”